ακανθοδάκτυλος

ακανθοδάκτυλος
(acanthodactylus). Γένος σαυροειδών ερπετών της οικογένειας των σχιζογλώσσων. Τα ερπετά αυτά χαρακτηρίζονται από την αναδίπλωση του τμήματος του λαιμού, που καλύπτεται από σκληρά λέπια. Έχουν μακριά λεπτή ουρά που ολόκληρη μαζί με τη ράχη καλύπτεται από λέπια. Το γνωστότερο είδος είναι ο α. ο κοινός, που βρίσκεται στην κεντρική και νότια Ευρώπη και στη βόρεια Αφρική. Ένας ακανθοδάκτυλος, ερπετό που ανήκει στην οικογένεια των σχιζογλώσσων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • άκανθα — Το αγκάθι, βελονοειδές έκφυμα των φυτών. Με το ίδιο όνομα υπάρχει και θάμνος που αριθμεί τρεις ποικιλίες, ά. η βασιλική, ά. η ινδική και ά. η αραβική καθώς και ένα δέντρο ιθαγενές της Αιγύπτου, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ά. η αιγύπτια. Ά …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”